European Group on Tort Law

 

Principles of European Tort Law (PETL)
Greek Version

Αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου των αδικοπραξιών

ΤΙΤΛΟΣ Ι. Βασικός κανόνας

Κεφάλαιο 1. Βασικός κανόνας

Άρθ. 1:101. Βασικός κανόνας

(1) Το πρόσωπο στο οποίο καταλογίζεται η πρόκληση ζημίας σε άλλον ευθύνεται προς αποκατάσταση αυτής της ζημίας.
(2) Ζημία μπορεί να καταλογισθεί ειδικότερα στο πρόσωπο εκείνο του οποίου
α) η υπαίτια συμπεριφορά έχει προκαλέσει τη ζημία ή
β) η ασυνήθιστα επικίνδυνη δραστηριότητα έχει προκαλέσει τη ζημία ή
γ) ο προστηθείς την έχει προκαλέσει τη ζημία κατά εκτέλεση των καθηκόντων του.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Γενικές προϋποθέσεις ευθύνης

Κεφάλαιο 2. Ζημία

Άρθ. 2:101. Αποκαταστατέα ζημία

Η ζημία προϋποθέτει περιουσιακή ή μη περιουσιακή βλάβη ενός εννόμως προστατευόμενου συμφέροντος.

Άρθ. 2:102. Προστατευόμενα συμφέροντα

(1) Η έκταση της προστασίας ενός συμφέροντος εξαρτάται από τη φύση του: όσο μεγαλύτερη η αξία του, η ακρίβεια του καθορισμού του και το πρόδηλό του τόσο ευρύτερη είναι και η προστασία του.
(2) Η ζωή, η σωματική ή πνευματική ακεραιότητα, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ελευθερία απολαμβάνουν της ευρύτερης προστασίας.
(3) Ευρεία προστασία παρέχεται στα περιουσιακά δικαιώματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα δικαιώματα στην άϋλη περιουσία.
(4) Η προστασία των αμιγώς οικονομικών συμφερόντων ή των συμβατικών σχέσεων μπορεί να είναι περισσότερο περιορισμένη σε έκταση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δέουσα προσοχή πρέπει ιδίως να δοθεί στην εγγύτητα της σχέσης μεταξύ του δράστη και του διακινδυνεύσαντος ατόμου ή στο γεγονός ότι ο δράστης έχει επίγνωση του γεγονότος ότι θα προκαλέσει ζημία αν και τα συμφέροντά του αναγκαίως είναι μικρότερης αξίας από αυτά του θύματος.
(5) Η έκταση της προστασίας μπορεί επίσης να επηρεάζεται από τη φύση της ευθύνης, έτσι ώστε ένα συμφέρον μπορεί να απολαμβάνει ευρύτερης προστασίας σε περίπτωση εκ προθέσεως προσβολών απ’ ό,τι σε άλλες περιπτώσεις.
(6) Για τον καθορισμό της έκτασης της προστασίας, τα συμφέροντα του δράστη, ιδίως κατά την ελευθερία δράσης και την άσκηση των δικαιωμάτων του, όπως και τα δημόσια συμφέροντα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη.

Άρθ. 2:103. Το νόμιμο της ζημίας

Ζημίες σχετιζόμενες με δραστηριότητες ή πηγές που θεωρούνται παράνομες δεν μπορούν να αποκατασταθούν.

Άρθ. 2:104. Δαπάνες προς πρόληψη της ζη-μίας

Δαπάνες προς πρόληψη απειλούμενης ζημίας αποκαθίστανται στο βαθμό που είναι εύλογες.

Άρθ. 2:105. Απόδειξη της ζημίας

Η ζημία πρέπει να αποδεικνύεται σύμφωνα με τους συνήθεις δικονομικούς κανόνες. Το δικαστήριο μπορεί να εκτιμήσει την έκταση της ζημίας όταν η απόδειξη του ακριβούς ποσού θα ήταν εξαιρετικάδύσκολη ή εξαιρετικάδαπανηρή.

Κεφάλαιο 3. Αιτιώδης σύνδεσμος

Ενότητα 1. Αναγκαίος όρος (conditio sine qua non) και διακρίσεις

Άρθ. 3:101. Conditio sine qua non

Μια δραστηριότητα ή συμπεριφορά (εφεξής δραστηριότητα) είναι η αιτία της ζημίας του θύματος αν, μη υπαρχούσης της δραστηριότητας αυτής, η ζημία δε θα επερχόταν.

Άρθ. 3:102. Συντρέχουσες αιτίες

Σε περίπτωση πλειόνων δραστηριοτήτων, από τις οποίες καθεμία μόνη της θα είχε προκαλέσει τη ζημία κατά τον ίδιο χρόνο, κάθε δραστηριότητα θεωρείται αιτία της ζημίας του θύματος.

Άρθ. 3:103. Διαζευκτικές αιτίες

(1) Σε περίπτωση πλειόνων δραστηριοτήτων, από τις οποίες καθεμία μόνη της θα αρκούσε για να προκαλέσει τη ζημία, αλλά παραμένει αβέβαιο ποια πράγματι την προκάλεσε, κάθε δραστηριότητα θεωρείται αιτία εάν είναι πιθανό να έχει προκαλέσει τη ζημία του θύματος.
(2) Αν, σε περίπτωση πλειόνων θυμάτων, παραμένει αβέβαιο αν ενός συγκεκριμένου θύματος η ζημία έχει προκληθεί από μια δραστηριότητα, ενώ είναι πιθανό η συγκεκριμένη δραστηριότητα να μην έχει προκαλέσει τη ζημία όλων των θυμάτων, η δραστηριότητα αυτή θεωρείται αιτία της ζημίας που έχουν υποστεί όλα τα θύματα ανάλογα με την πιθανότητα να έχει προκαλέσει τη ζημία ενός συγκεκριμένου θύματος.

Άρθ. 3:104. Επακολουθούσες αιτίες

(1) Αν μια δραστηριότητα έχει οριστικά και μη αναστρέψιμα προκαλέσει ζημία στο θύμα, επακολουθούσα δραστηριότητα η οποία αυτοτελώς θα μπορούσε να είχε προκαλέσει την ίδια ζημία δεν λαμβάνεται υπόψη.
(2) Επακολουθούσα δραστηριότητα λαμβάνεται υπόψη μόνο αν έχει οδηγήσει σε επιπρόσθετη ή επιταθείσα ζημία.
(3) Αν η πρώτη δραστηριότητα προκάλεσε συνεχιζόμενη ζημία την οποία θα είχε προκαλέσει επίσης και η επακολουθούσα δραστηριότητα, εφεξής και οι δύο δραστηριότητες θεωρούνται αιτίες αυτής της συνεχιζόμενης ζημίας.

Άρθ. 3:105. Αβέβαιη μερική αιτιότητα

Σε περίπτωση πλειόνων δραστηριοτήτων, όταν είναι βέβαιο ότι καμία από αυτές δεν προκάλεσε ολόκληρη τη ζημία ή κάποιο οριστό τμήμα της, αυτές που είναι πιθανόν να έχουν [ελάχιστα] συμβάλει στη ζημία τεκμαίρονται ότι έχουν προκαλέσει ίσα τμήματά της.

Άρθ. 3:106. Αβέβαιες αιτίες εντασσόμενες στη σφαίρα του θύματος

Το θύμα πρέπει να υπομείνει τη ζημία του στο βαθμό που ανταποκρίνεται στην πιθανότητα να έχει προκληθεί από δραστηριότητα, συμβάν ή άλλη περίσταση που εντάσσεται στην δική του σφαίρα.

Ενότητα 2. Έκταση της ευθύνης

Άρθ. 3:201. Έκταση της ευθύνης

Όταν μια δραστηριότητα αποτελεί αιτία κατά την έννοια της ενότητας 1 αυτού του κεφαλαίου, το αν και σε ποια έκταση η ζημία μπορεί να καταλογισθεί σε ένα πρόσωπο εξαρτάται από παράγοντες όπως
α) η προβλεψιμότητα της ζημίας από ένα λογικό άνθρωπο κατά τη στιγμή της δραστηριότητας, λαμβανομένων υπόψη συγκεκριμένα της χρονικής ή τοπικής εγγύτητας μεταξύ της ζημιογόνας δραστηριότητας και της συνέπειάς της, ή του μεγέθους της ζημίας σε σχέση με τις συνήθεις συνέπειες μιας τέτοιας δραστηριότητας˙
β) η φύση και η αξία του προστατευόμενου συμφέροντος (άρθρο 2:102)˙
γ) η βάση της ευθύνης (άρθρο 1:101)˙
δ) η έκταση των συνήθων κινδύνων της ζωής˙ και
ε) ο προστατευτικός σκοπός του κανόνα που έχει παραβιασθεί.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ. Βάσεις ευθύνης

Κεφάλαιο 4. Ευθύνη βασιζόμενη σε υπαιτιό-τητα

Ενότητα 1. Προϋποθέσεις ευθύνης βασιζόμε-νης σε υπαιτιότητα

Άρθ. 4:101. Υπαιτιότητα

Ένα πρόσωπο ευθύνεται υποκειμενικά για την εκ δόλου ή εξ αμελείας παράβαση του απαιτούμενου μέτρου συμπεριφοράς.

Άρθ. 4:102. Απαιτούμενο μέτρο συμπεριφο-ράς

(1) Το απαιτούμενο μέτρο συμπεριφοράς είναι αυτό του λογικού ανθρώπου στις περιστάσεις, και εξαρτάται, ιδιαίτερα, από τη φύση και την αξία του σχετικού προστατευόμενου συμφέροντος, την επικινδυνότητα της δραστηριότητας, τις ειδικές γνώσεις που αναμένονται από το πρόσωπο που τη διενεργεί, την προβλεψιμότητα της ζημίας, τη σχέση της εγγύτητας ή της ειδικής εμπιστοσύνης μεταξύ των εμπλεκομένων, όπως επίσης και την διαθεσιμότητα και το κόστος προληπτικών ή εναλλακτικών μεθόδων.
(2) Το ως άνω μέτρο μπορεί να προσαρμοσθεί όταν λόγω ηλικίας, πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας ή λόγω εξαιρετικών περιστάσεων δεν είναι δυνατόν να αναμένεται από το πρόσωπο να ανταποκριθεί σε αυτό.
(3) Κανόνες οι οποίοι επιτάσσουν ή απαγορεύουν ορισμένη συμπεριφορά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του απαιτούμενου μέτρου συμπεριφοράς.

Άρθ. 4:103. Καθήκον προστασίας άλλων από τη ζημία

Καθήκον θετικής ενέργειας προς προστασία άλλων από τη ζημία μπορεί να υπάρξει αν ο νόμος το προβλέπει, ή αν ο δράσας δημιουργεί ή ελέγχει μια επικίνδυνη κατάσταση, ή όταν υπάρχει ιδιαίτερη σχέση μεταξύ των μερών ή όταν η σοβαρότητα της ζημίας από τη μια πλευρά και η ευχέρεια της αποφυγής της ζημίας από την άλλη υπαγορεύουν ένα τέτοιο καθήκον.

Ενότητα 2. Αναστροφή του βάρους απόδειξης της υπαιτιότητας

Άρθ. 4:201. Αναστροφή του βάρους απόδει-ξης της υπαιτιότητας γενικά

(1) Το βάρος απόδειξης της υπαιτιότητας μπορεί να αναστραφεί ενόψει της σοβαρότητας του κινδύνου που παρουσιάστηκε από τη δραστηριότητα.
(2) Η σοβαρότητα του κινδύνου προσδιορίζεται σύμφωνα με την σοβαρότητα πιθανής ζημίας σε τέτοιες περιπτώσεις όπως επίσης και με την πιθανότητα πραγματικής επέλευσης τέτοιας ζημίας.

Άρθ. 4:202. Ευθύνη επιχειρήσεων

(1) Πρόσωπο που ασκεί διαρκή επιχειρηματική δραστηριότητα για οικονομικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς, το οποίο χρησιμοποιεί βοηθητικό προσωπικό ή τεχνικό εξοπλισμό ευθύνεται για κάθε ζημία που προκαλείται από ελάττωμα της δραστηριότητας αυτής ή από την παραγωγή της εκτός αν αποδείξει ότι έχει επιδείξει το απαιτούμενο μέτρο συμπεριφοράς.
(2) «Ελάττωμα» είναι κάθε απόκλιση από τα πρότυπα που ευλόγως αναμένονται από την επιχείρηση ή από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της.

Κεφάλαιο 5. Αντικειμενική ευθύνη

Άρθ. 5:101. Ασυνήθιστα επικίνδυνες δραστη-ριότητες

(1) Το πρόσωπο που διεξάγει μια ασυνήθιστα επικίνδυνη δραστηριότητα ευθύνεται αντικειμενικά για τη ζημία που είναι χαρακτηριστική του κινδύνου που προκαλείται από τη δραστηριότητα αυτή και επέρχεται ως συνέπειά της.
(2) Μια δραστηριότητα είναι ασυνήθιστα επικίνδυνη αν
α) δημιουργεί έναν προβλέψιμο και ιδιαιτέρως σημαντικό κίνδυνο ζημίας ακόμα και όταν κάθε απαιτούμενη επιμέλεια καταβάλλεται κατά τη διαχείρισή της και
β) δεν αποτελεί ζήτημα κοινής πρακτικής/ χρήσης.
(3) Ο κίνδυνος ζημίας μπορεί να είναι σημαντικός αναφορικά με τη σοβαρότητα ή την πιθανότητα της ζημίας.
(4) Αυτό το άρθρο δεν εφαρμόζεται σε δραστηριότητα για την οποία ειδικά προβλέπεται αντικειμενική ευθύνη σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη αυτών των Αρχών ή σε οποιαδήποτε άλλη εθνική νομοθεσία ή διεθνή σύμβαση.

Άρθ. 5:102. Άλλες περιπτώσεις αντικειμενι-κής ευθύνης

(1) Εθνικοί νόμοι μπορούν να προβλέπουν περαιτέρω κατηγορίες αντικειμενικής ευθύνης για επικίνδυνες δραστηριότητες ακόμα και αν η δραστηριότητα δεν είναι ασυνήθιστα επικίνδυνη.
(2) Εκτός εάν εθνικός νόμος προβλέπει το αντίθετο, πρόσθετες κατηγορίες αντικειμενικής ευθύνης μπορούν να στοιχειοθετηθούν αναλογικά για άλλες πηγές συγκρίσιμου κινδύνου ζημίας.

Κεφάλαιο 6. Ευθύνη για άλλους

Άρθ. 6:101. Ευθύνη για ανηλίκους ή πνευμα-τικώς ανίκανα πρόσωπα

Όποιος ασκεί την εποπτεία άλλου, ανηλίκου ή πνευματικώς ανικάνου, ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από τον άλλο εκτός εάν ο επιβλέπων αποδείξει ότι ακολούθησε το απαιτούμενο μέτρο συμπεριφοράς κατά την επίβλεψη.

Άρθ. 6:102. Ευθύνη για τους προστηθέντες

(1) Όποιος χρησιμοποιεί προστηθέντες ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από αυτούς ενεργώντας στα πλαίσια των καθηκόντων τους, εφόσον παραβίασαν το απαιτούμενο μέτρο συμπεριφοράς.
(2) Ο ανεξάρτητος εργολάβος δεν θεωρείται προστηθείς για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

ΤΙΤΛΟΣ IV. Αμυντικά μέσα

Κεφάλαιο 7. Αμυντικά μέσα γενικώς

Άρθ. 7:101. Αμυντικά μέσα βασιζόμενα σε δικαιολόγηση της συμπεριφοράς

(1) Η ευθύνη μπορεί να αποκλεισθεί αν και στο βαθμό που ο δράστης ενέργησε νόμιμα
α) προς υπεράσπιση ενός δικού του προστατευόμενου συμφέροντος απέναντι σε μια παράνομη επίθεση (άμυνα),
β) κάτω από ανάγκη,
γ) επειδή η βοήθεια από τις αρχές δεν μπορούσε να φτάσει έγκαιρα (αυτοδικία),
δ) με τη συναίνεση του θύματος, ή όταν το τελευταίο έχει αναλάβει τον κίνδυνο να υποστεί βλάβη, ή
ε) δυνάμει νόμιμης εξουσίας, όπως άδειας.
(2) Το αν η ευθύνη θα αποκλεισθεί εξαρτάται από το βάρος αυτών των αιτιολογήσεων από τη μια πλευρά και από τις προϋποθέσεις της ευθύνης από την άλλη.
(3) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η ευθύνη μπορεί εναλλακτικά να περιοριστεί.

Άρθ. 7:102. Αμυντικά μέσα κατά της αντικει-μενικής ευθύνης

(1) Η αντικειμενική ευθύνη μπορεί να αποκλεισθεί ή να περιοριστεί αν η ζημία προκλήθηκε από μία απρόβλεπτη και αναπόφευκτη
α) ανωτέρα βία (force majeure), ή
β) συμπεριφορά τρίτου προσώπου.
à condition que ces causes exonératoires aient été imprévisibles et irrésistibles.
(2) Το αν η αντικειμενική ευθύνη θα αποκλεισθεί ή θα περιοριστεί, και αν ναι σε ποια έ&kappakappa;ταση, εξαρτάται από το βάρος της εξωτερικής επιρροής από τη μια πλευρά και την έκταση της ευθύνης (άρθρο 3:201) από την άλλη.
(3) Σε περίπτωση περιορισμού σύμφωνα με την παράγραφο (1)(β), η αντικειμενική ευθύνη και οποιαδήποτε ευθύνη του τρίτου προσώπου είναι εις ολόκληρον σύμφωνα με το άρθρο 9:101 (1)(β).

Κεφαλαίο 8. Συντρέχουσα δραστηριότητα ή συμπεριφορά
Άρθ. 8:101. Συντρέχουσα δραστηριότητα ή συμπεριφορά του θύματος

(1) Η ευθύνη μπορεί να αποκλεισθεί ή να περιοριστεί στο βαθμό που θεωρείται δίκαιο λαμβανομένων υπόψη του συντρέχοντος πταίσματος του θύματος και οποιωνδήποτε άλλων ζητημάτων σχετικών με την καθιέρωση ή τον περιορισμό της ευθύνης του θύματος αν ήταν αυτό ο ζημιώσας.
(2) Όταν αξιώνεται αποζημίωση αναφορικά με το θάνατο προσώπου, η συμπεριφορά ή η δραστηριότητά του αποκλείει ή περιορίζει την ευθύνη σύμφωνα με την παράγραφο 1.
(3) Η συντρέχουσα δραστηριότητα ή συμπεριφορά του προστηθέντος του θύματος αποκλείει ή περιορίζει την αποζημίωση του θύματος σύμφωνα με την παράγραφο 1.

ΤΙΤΛΟΣ V. Ζημία από περισσοτέρους

Κεφάλαιο 9. Ζημία από περισσοτέρους

Άρθ. 9:101. Εις ολόκληρον και διαιρετή ευθύ-νη: σχέση μεταξύ θύματος και περισσότερων ζημιωσάντων

(1) Η ευθύνη είναι εις ολόκληρον όταν ολόκληρη ή ένα διακριτό μέρος της ζημίας που έχει υποστεί το θύμα μπορεί να καταλογισθεί σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα. Η ευθύνη είναι εις ολόκληρον όταν:
α) ένα πρόσωπο εν γνώσει του συμμετέχει ή υποκινεί ή παροτρύνει την τέλεση αδικοπραξίας από άλλους η οποία προκαλεί ζημία στο θύμα˙ ή
β) η ανεξάρτητη συμπεριφορά ή δραστηριότητα ενός προσώπου προκαλεί ζημία στο θύμα και η ίδια ζημία μπορεί επίσης να καταλογισθεί και σε άλλο πρόσωπο.
γ) ένα πρόσωπο ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από τον προστηθέντα σε συνθήκες που καθιστούν και τον προστηθέντα επίσης υπεύθυνο.
(2) Όταν περισσότεροι υπέχουν ευθύνη εις ολόκληρον, το θύμα μπορεί να απαιτήσει πλήρη αποζημίωση από οποιονδήποτε ή οποιουσδήποτε από αυτούς, υπό την προϋπόθεση ότι το θύμα δεν μπορεί να λάβει περισσότερα από το συνολικό ποσό της ζημίας που υπέστη.
(3) Η ζημία είναι η ίδια ζημία για τους σκοπούς της παραγράφου (1)(β) ανωτέρω όταν δεν υπάρχει λογική βάση προς καταλογισμό μόνο μέρους της σε καθένα από τα ευθυνόμενα απέναντι στο θύμα πρόσωπα. Για το σκοπό αυτό το πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι η ζημία δεν είναι η ίδια οφείλει να αποδείξει ότι δεν είναι. Όταν υπάρχει τέτοια βάση, η ευθύνη είναι διαιρετή, δηλαδή κάθε πρόσωπο ευθύνεται απέναντι στο θύμα μόνο για το μέρος της ζημίας που καταλογίζεται σε αυτό.

Άρθ. 9:102. Σχέση μεταξύ των προσώπων που ευθύνονται εις ολόκληρον

(1) Πρόσωπο που ευθύνεται εις ολόκληρον έχει δικαίωμα αναγωγής έναντι οποιουδήποτε άλλου προσώπου που ευθύνεται απέναντι στο θύμα αναφορικά με την ίδια ζημία. Αυτό το δικαίωμα δεν επηρεάζει οποιαδήποτε μεταξύ τους σύμβαση η οποία προσδιορίζει την κατανομή της ζημίας ή οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη ή οποιοδήποτε δικαίωμα αναγωγής δυνάμει υποκατάστασης [cessio legis] ή βάσει του αδικαιολόγητου πλουτισμού.
(2) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (3) του παρόντος άρθρου, το ποσό της αναγωγής θα είναι ό,τι θεωρείται δίκαιο ενόψει της σχετικής ευθύνης για τη ζημία των προσώπων που ευθύνονται, ανάλογα με το βαθμό πταίσματος του καθενός και λαμβανομένων υπόψη και οποιωνδήποτε άλλων ζητημάτων σχετικών με την καθιέρωση ή τον περιορισμό της ευθύνης τους. Η αναγωγή μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη ικανοποίηση. Αν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η σχετική ευθύνη των προσώπων που ευθύνονται, όλοι θεωρούνται υπεύθυνοι κατά ίσα μέρη.
(3) Όταν ένα πρόσωπο ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από τον προστηθέντα κατά το άρθρο 9:101, θεωρείται ότι φέρει όλο το μέρος της ευθύνης που αποδίδεται στον προστηθέντα για τους σκοπούς της αναγωγής μεταξύ αυτού και οποιουδήποτε ζημιώσαντος άλλου από τον προστηθέντα.
(4) Η υποχρέωση συμμετοχής στην αποζημίωση είναι διαιρετή, δηλαδή το πρόσωπο που υπόκειται σε αυτή ευθύνεται μόνο για το μέρος της ευθύνης ως προς τη ζημία που του αναλογεί σύμφωνα με αυτό το άρθρο˙ αλλά όταν δεν είναι δυνατόν να εκτελεστεί η απόφαση για συμμετοχή στην αποζημίωση κατά ενός προσώπου που ευθύνεται, το μερίδιό του επιμερίζεται μεταξύ των υπόλοιπων προσώπων που ευθύνονται αναλόγως της ευθύνης τους.

ΤΙΤΛΟΣ VI. Ένδικα βοηθήματα

Κεφάλαιο 10. Αποζημίωση

Ενότητα 1. Αποζημίωση γενικά

Άρθ. 10:101. Φύση και σκοπός της αποζημί-ωσης

Η αποζημίωση είναι χρηματική καταβολή προς επανόρθωση της ζημίας του θύματος, δηλαδή προς αποκατάστασή του, στο βαθμό στον οποίο τα χρήματα μπορούν, στη θέση που θα βρισκόταν αν η αδικοπραξία δεν είχε τελεστεί. Η αποζημίωση επίσης στοχεύει στην πρόληψη της ζημίας.

Άρθ. 10:102. Εφάπαξ ποσό ή περιοδικές κα-ταβολές

Η αποζημίωση επιδικάζεται σε εφάπαξ ποσό ή σε περιοδικές καταβολές, όπως αρμόζει λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπόψη του συμφέροντος του θύματος.

Άρθ. 10:103. Οφέλη που αποκομίζονται από το ζημιογόνο γεγονός

Κατά τον προσδιορισμό του ποσού της αποζημίωσης οφέλη που ο ζημιωθείς αποκομίζει μέσω του ζημιογόνου γεγονότος λαμβάνονται υπόψη εκτός εάν αυτό δεν μπορεί να συμβιβαστεί με το σκοπό του οφέλους.

Άρθ. 10:104. Αποκατάσταση σε είδος

Αντί για αποζημίωση, αποκατάσταση σε είδος μπορεί να ζητηθεί από τον ζημιωθέντα στο βαθμό που είναι δυνατή και εάν δεν είναι ιδιαιτέρως επαχθής για το άλλο μέρος.

Ενότητα 2. Περιουσιακή ζημία

Άρθ. 10:201. Φύση και καθορισμός της περι-ουσιακής ζημίας

Αποκαταστατέα περιουσιακή ζημία συνιστά η μείωση της περιουσίας του θύματος που προκλήθηκε από το ζημιογόνο γεγονός. Αυτή η ζημία γενικά προσδιορίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο συγκεκριμένα, αλλά δυνατόν να προσδιοριστεί αφηρημένα όταν αρμόζει, π. χ. με αναφορά στην τιμή της αγοράς.

Άρθ. 10:202. Σωματική βλάβη και θάνατος

(1) Σε περίπτωση σωματικής βλάβης, η οποία περιλαμβάνει βλάβη στη σωματική υγεία και στην πνευματική υγεία που καταλήγει σε γνωστή ασθένεια, η περιουσιακή ζημία περιλαμβάνει απώλεια εισοδήματος, μείωση της ικανότητας επίτευξης κέρδους (ακόμα και αν δεν συνοδεύεται από απώλεια εισοδήματος) και εύλογες δαπάνες, περιλαμβανομένων των δαπανών ιατρικής περίθαλψης.
(2) Σε περίπτωση θανάτου, πρόσωπα όπως τα μέλη της οικογένειας τα οποία ο αποθανών διέτρεφε ή θα διέτρεφε αν ο θάνατος δεν είχε επέλθει, αντιμετωπίζονται ως έχοντα υποστεί αποκαταστατέα ζημία στην έκταση της απώλειας αυτής της διατροφής.

Άρθ. 10:203. Απώλεια, καταστροφή και βλά-βη πραγμάτων

(1) Όταν ένα πράγμα απόλλυται, καταστρέφεται ή βλάπτεται, το βασικό μέτρο της αποζημίωσης είναι η αξία του πράγματος ή η μείωση της αξίας του και για το σκοπό αυτό είναι αδιάφορο αν το θύμα σκοπεύει να αντικαταστήσει ή να επιδιορθώσει το πράγμα. Πάντως, αν το θύμα έχει αντικαταστήσει ή έχει επιδιορθώσει το πράγμα (ή αν θα το αντικαταστήσει ή θα το επιδιορθώσει), μπορεί να λάβει την υψηλότερη δαπάνη στην οποία έχει υποβληθεί ή θα υποβληθεί αν αυτό είναι εύλογο.
(2) Αποζημίωση μπορεί επίσης να επιδικαστεί για την απώλεια της χρήσης του πράγματος, συμπεριλαμβανομένων και περαιτέρω ζημιών όπως της απώλειας εργασίας.

Ενότητα 3. Μη περιουσιακή ζημία

Άρθ. 10:301. Μη περιουσιακή ζημία

(1) Λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της προστασίας του (άρθρο 2:102), η προσβολή ενός συμφέροντος μπορεί να δικαιολογεί αποκατάσταση της μη περιουσιακής ζημίας. Αυτό ειδικά συμβαίνει όταν το θύμα έχει υποστεί σωματική βλάβη˙ ή προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ελευθερία ή σε άλλα δικαιώματα της προσωπικότητας. Μη περιουσιακή ζημία μπορεί επίσης να είναι το αντικείμενο της αποζημίωσης των προσώπων που έχουν στενή σχέση με το θύμα θανατηφόρας ή πολύ σοβαρής μη θανατηφόρας σωματικής βλάβης.
(2) Γενικά, κατά την αποτίμηση τέτοιας αποζημίωσης, όλες οι περιστάσεις της υπόθεσης, συμπεριλαμβανομένων της βαρύτητας, της χρονικής διάρκειας και συνεπειών της στενοχώριας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Ο βαθμός της υπαιτιότητας του ζημιώσαντος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν έχει ουσιωδώς συντελέσει στην στενοχώρια του θύματος.
(3) Σε περιπτώσεις σωματικής βλάβης, η μη περιουσιακή ζημία αντιστοιχεί στον πόνο του θύματος και στη βλάβη της σωματικής ή πνευματικής του υγείας. Για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης (συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης των προσώπων που έχουν στενή σχέση με θανόντες ή σοβαρά βλαβέντες) παρόμοια ποσά πρέπει να επιδικάζονται για αντικειμενικά παρόμοιες απώλειες.

Ενότητα 4. Μείωση της αποζημίωσης

Άρθ. 10:401. Μείωση της αποζημίωσης

Σε εξαιρετική περίπτωση, αν ενόψει της οικονομικής κατάστασης των μερών η πλήρης αποζημίωση θα αποτελούσε καταπιεστικό βάρος για τον εναγόμενο, η αποζημίωση μπορεί να μειωθεί. Για να αποφασιστεί αν η αποζημίωση θα μειωθεί, η βάση της ευθύνης (άρθρο 1:101), η έκταση της προστασίας του συμφέροντος (άρθρο 2:102) και το μέγεθος της ζημίας πρέπει να λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη.


Greek Translation by Eugenia Dacoronia.